so:text
|
Καὶ ποῖον, λέγει, ἀδικῶ, μὲ τὸ νὰ κρατῶ γιὰ τoν ἐαυτόν μου αὐτὰ ποῦ μου ἀνήκουν; Ποία, εἰπέ μου, εἶναι αὐτὰ ποῦ σου ἀνήκουν; Ἀπὸ ποῦ τὰ ἔλαβες, καὶ τὰ ἔφερες στὴν ζωὴν αὐτήν; Ὅπως ἀκριβῶς κάποιος ποὺ εὑρίσκει στὸ θέατρο θέση μὲ καλὴν θέαν, ἐμποδίζει ἔπειτα τοὺς εἰσερχομένους, θεωρώντας ὡς ἰδικὸ τοῦ αὐτὸ ποὺ προορίζεται γιὰ χρῆσιν κοινήν, ἔτσι εἶναι καὶ οἱ πλούσιοι. Ἀφοῦ ἐκυρίευσαν ἐκ τῶν προτέρων τα κοινὰ ἀγαθά, τὰ ἰδιοποιοῦνται ἁπλῶς ἐπειδὴ τὰ ἐπρόλαβαν. Ἐὰν ὁ καθένας ἐκρατοῦσε ἐκεῖνο ποὺ ἀρκεῖ γιὰ τὴν ἱκανοποίηση τῶν ἀναγκῶν του, καὶ ἄφηνε τὸ περίσσευμα σ’ αὐτὸν ποὺ τὸ χρειάζεται, κανεὶς δὲν θὰ ἦταν πλούσιος, ἀλλὰ καὶ κανεὶς πτωχός. (el) |